Αραβησσός
Γράφτηκε από τον Κωνσταντίνος Νίγδελης
- Κατηγορία Καππαδοκία
- Διαβάστηκε 1576 φορές
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
- Σχολιάστε πρώτοι!
Η κωμόπολη της Αραβησσού ήταν έδρα Καϊμακαμλικίου[1] και υπήγετο στο Μουτεσαριφλίκι της Νίγδης του Βιλαετίου του Ικονίου.[2] Οι βιβλιογραφικές αναφορές για την πληθυσμιακή σύνθεση της κοινότητας ποικίλουν, γεγονός που οφείλεται κύρια στις διαφορετικές χρονικές περιόδους που έγιναν οι σχετικές καταγραφές. Για παράδειγμα, διαφορετική αντίληψη περί της κοινότητας έχει ο Πατριάρχης Κύριλλος από τη δική του περιοδεία που πραγματοποιήθηκε στα 1815[3], και εντελώς διαφορετικά αντιμετωπίζεται το ζήτημα από τους μεταγενέστερους.
Έτσι βλέπουμε να διαθέτει «…κατοίκους δε ορθοδόξους οικογένειες 400 όντων αποίκων των Σοάτρων και ομιλούντων την ελληνικήν παρεφθαρμένως»[4], επίσης πως «ηρίθμει 650 ελληνικάς οικογενείας τουρκοφώνους αι οποίαι απετέλουν το ήμισυ του τουρκικού πληθυσμού της κωμοπόλεως»[5] ή «οι Έλληνες ήσαν 4.000 επί συνόλου 12.000 όλοι ελληνόφωνοι…»[6] ή και πάλι πως «ο πληθυσμός της το 1924 αριθμούσε δυόμισι χιλιάδες Έλληνες ενώ οι Τούρκοι ήταν γύρω στους χιλίους πεντακοσίους. Τα στοιχεία αυτά όμως προέρχονται από την εποχή της ανταλλαγής. Παλαιότερα οι Έλληνες ήταν τέσσερις χιλιάδες και οι Τούρκοι οκτώ χιλιάδες…»[7].
Επίσης πως «η πόλις κατάφυτος με άφθονα ύδατα έχουσα 20 χιλιάδες εξ ων 6 χιλιάδες χριστιανούς ορθοδόξους»[8] και πως « η Αραβησσός είναι έδρα ομώνυμης υποδιοικήσεως και αριθμεί περί τας 300 ημετέρας οικογενείας, παρά 400 ίσως μωαμεθανικές…»[9].
Παρατηρήσεις
1-Θεωρούμε, ιδιαίτερα την τελευταία αναφορά, ως την πλέον σημαντική μα και αξιόπιστη και τούτο γιατί πρόκειται για απόσπασμα της απόρρητης προξενικής εκθέσεως του επιτετραμμένου της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη του έτους 1916.
2-Δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των ερευνητών και μάλιστα οι αριθμοί που αναφέρονται έχουν μεγάλες αποκλίσεις[10].
3-Οι αριθμοί οι οποίοι παρατίθενται από τους διαφόρους ερευνητές, οι οποίοι μάλιστα είναι ιδιαιτέρως μεγάλοι, (20.000 κ.λ.π.), περιλαμβάνουν και την πληθυσμιακή σύνθεση των χωριών της περιοχής του Καζά της Αραβησσού.[11]
Σήμερα η πόλη της Αραβησσού εκτείνεται για ενάμισι περίπου χιλιόμετρο παράλληλα με τον Άλυ ποταμό, έχει 9.000 κατοίκους και αποτελεί την πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας.
Εκκλησιαστικά
α-«Οι κάτοικοι της Αραβησσού ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι υπαγόμενοι εις τη Μητρόπολιν της Νίγδης, είχον δε μιαν μεγάλην εκκλησίαν του Αγίου Δημητρίου»[12]. Βεβαίως όταν ομιλεί κανείς για τη μητρόπολη της Νίγδης σαφέστατα εννοεί κατά τις αρχές του 20ου αιώνα τη μεγάλη μητρόπολη του Ικόνιου. Μιας μητροπόλεως η οποία είχε το παράδοξο πλεονέκτημα να έχει δυο έδρες. Την πρώτη στην πόλη του Ικονίου και τη δεύτερη στην πόλη της Νίγδης. Που χρησιμοποιόταν από τους οικείους μητροπολίτες τακτικότερα, μιας και στην πόλη της Νίγδης το χριστιανικό στοιχείο ήταν ανεπτυγμένο σε σημαντικότατο βαθμό και μαζί με τις πέριξ κοινότητες υπερτερούσε το μουσουλμανικού. Κάτι το οποίο δεν συνέβαινε στη περιοχή του Ικονίου.
Στη Νίγδη, για παράδειγμα, ζούσαν περισσότεροι από τρεις χιλιάδες χριστιανοί ορθόδοξοι, δύο χιλιάδες Αρμένιοι και δέκα χιλιάδες μουσουλμάνοι.[13] Επίσης γύρω από την πόλη υπήρχαν 30-40 χριστιανικές κοινότητες οι περισσότερες μάλιστα εκ των οποίων ήταν και ελληνόφωνες.
Τουναντίον το Ικόνιο ήταν κύρια πόλη μουσουλμανική. Από τα υπάρχοντα μάλιστα στοιχεία προκύπτει πως την κατοικούσαν περίπου 44.000 εκ των οποίων μόλις 2.000 χριστιανοί Έλληνες και 3.000 Αρμένιοι. Διέθετε, επίσης, 44 τζαμιά, 42 Μενδρεσέδες και μόλις μια μεγάλη ελληνική εκκλησιά με ελάχιστα παρεκκλήσια. Γεγονός που εξηγεί σαφέστατα και καθαρά την ύπαρξη και της δεύτερης έδρας της μητροπόλεως.
Βεβαίως τούτη η πνευματική- εκκλησιαστική υπαγωγή της Αραβησσού στον Άγιο Ικονίου παρατηρείται κυρίως τον 19ο και 20ο αιώνα, διότι τα πράγματα παλαιότερα ήταν σαφώς διαφορετικά. Σύμφωνα μάλιστα με υπάρχουσες βιβλιογραφικές αναφορές η ίδια η Αραβησσός ήταν κάποτε έδρα επισκοπής[14].
Και εξηγούμεθα.
Οι ντόπιοι ερευνητές, μεταξύ των οποίων και ο Νικόλαος Ρίζος, καταγράφουν πως στα πρώτα χρόνια της αλματώδους ανάπτυξης του χριστιανισμού και λίγο αργότερα μάλιστα, η περιοχή ανήκε εκκλησιαστικά στη μητρόπολη της Καισαρείας. Μιας πραγματικά μεγάλης εκκλησιαστικής περιφέρειας της οποίας ο οικείος μητροπολίτης έφερε τον τίτλο «Υπέρτιμος των Υπερτίμων και Έξαρχος πάσης Ανατολής». Επίσης και μάλιστα σημαντικότερο, ο μητροπολίτης Καισαρείας μετά τον Πατριάρχη ήταν ο πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου κατά τα πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
Αξιομνημόνευτη, επίσης, είναι και η μαρτυρία -καταγραφή του ερευνητή Αναστάσιου Λεβίδη, Καππαδόκη του ιδίου, που αναφέρει στο εξαιρετικό σύγγραμμα του «Αι εν Μονολίθοις Μοναί της Καππαδοκίας και της Λυκαονίας» το οποίο εκδόθηκε το έτος 1899, πως η υπό έρευνα λαξευτή εκκλησία και κατά συνέπεια η ίδια η Κωμόπολη, ανήκουν πνευματικά- εκκλησιαστικά στην επισκοπή των Καμουλιανών[15].
[1] Κ. Νίγδελη, Νεάπολη της Καππαδοκίας, Θεσσαλονίκη, εκδ. Μητρόπολη Νεαπόλεως Σταυρουπόλεως 2007, σελ. 37, «Το Σαντζάκιο της Νίγδης αποτελείται από επτά Καζάδες: Χαμητιέ, Μπορ, Νίγδης, Ακ-σεράϊ, Αραβησσού, Νεβσεχίρ, Προκοπίου…».
[2] Κ. Νίγδελη, ό.π. σελ 37.
«Μουτεσαριφλίκ αλλά και Σαντζάκι =διοίκηση
Καϊμακαμλίκ αλλά και Καζάς= υποδιοίκηση
Μουδουρλίκ = δήμος
Βιλαέτιο= μεγάλη γεωγραφική περιφέρεια- διοίκηση.
Επίσης το Βιλαέτι του Ικονίου είχε πέντε μεγάλα Σαντζάκια: Ικονίου, Νίγδης Αττάλειας, Χαμιτ- μπάς, Βουρδουνίου…».
[3] Πατριάρχης Κύριλλος, Ιστορική Περιγραφή του εν Βιέννη προεκδοθέντος χωρογραφικού πίνακος της Μεγάλης Αρχισατραπείας Ικονίου, Κωνσταντινούπολη 1815, σελ 10, «…τέσσαρας ώρας μακράν του Νεβσεχιρίου, ωσεί προς βορράν κείται κωμόπολις Γιαραπουσόν, αρχαία Αραβισσής λεγομένη πατρίς του καρά βεζύρη Σιλιχτάρ Μεχμέτ…».
[4] Αναστάσιος Λεβίδης, Καππαδοκικά, Αθήνα 1885, σελ. 57.
[5] Μ. Μαραβελάκης- Α Βακαλόπουλος,, ό.π. σελ. 54.
[6] Αθανάσιος Καραθανάσης, ό.π. σελ. 127
[7] Δημήτριος Πλουμίδης, ό.π. σελ. 348.
[8] Συμεών Φαρασόπουλος, Τα Σύλλατα, μελέτη του νομού Ικονίου υπό γεωγραφικήν, φιλολογικήν και εθνολογικήν έποψι, Αθήνα 1895, σελ.102
[9] Ι.Α. ΥΠ. ΕΞ. Προξενική αναφορά για τη Καππαδοκία 1916
[10] Ο Αρχέλαος Σαραντίδης, για παράδειγμα, αναφέρει πως η πόλη διέθετε «12.000 κατοίκους, εκ των οποίων οι 4.000 ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι», βλ. Η Σινασσός, ήτοι θέσις, ιστορία, και διανοητική κατάστασις, ήθη, έθιμα και γλώσσα της εν Καππαδοκία κωμοπόλεως Σινασσού και σύντομος περιγραφή των εν επαρχίαις Καισαρείας και Ικονίου Ελληνικών κοινοτήτων, ως και των εν αυταίς σωζομένων Ελληνικών διαλέκτων εν σχέσει προς την εν Σινασώ λαλουμένην Αθήνα 1899, σελ 34.
Τους ίδιους αριθμούς επαναλαμβάνει και ο Παντελής Κοντογιάννης το 1924 στη Γεωγραφία της Μ. Ασίας, Αθήνα 1921
[11] Ιωάννης Καλφόγλους, Ιστορική Γεωγραφία της Μικρασιατικής Χερσονήσου, Αθήνα, Κ.Μ.Σ. 2002, σελ 140, «Πόλη σχετικά μεγάλη με πληθυσμό 20.000 που βρίσκεται στη αριστερή όχθη το Άλυος ποταμού…Οι 6.000 περίπου από τους κατοίκους είναι χριστιανοί ορθόδοξοι…υπάγονται 14 χωριά…».
[12] Μ. Μαραβελάκης- Α. Βακαλόπουλος, ό.π. σελ 55
[13] Αθανάσιος Καραθανάσης, ό.π. σελ 43
[14] Ν. Ρίζου, ό.π., σελ 69, «…η μητρόπολις αύτη επί της ακμής του χριστιανισμού είχε πολλάς επισκοπάς “των Σασίμων,Σεβαστείας (Σίβας), Νικοπόλεως, Μελιτινής, Τυάνων, Ικονίου, Νεοκαισαρείας (Νικσάρ τοκάτ) Αμασείας, Ζήλων (Ζήλε) Νύσσης, Κικκοσού (Κέκεζι) Αραβισσού...”…».
[15] Αναστάσος Λεβίδης, ό.π. σελ 100